Όπως
είναι γνωστό, επάνω απο το Σταυρό ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός,
έδωσε εντολή και την Παναγία μητέρα του παρέλαβε ο Ιωάννης ο
Ευαγγελιστής στο σπίτι του, όπου διέμενε μαζί με τον αδελφό
του Ιάκωβο και τη μητέρα του Σαλώμη, συγγενή της Θεοτόκου. Όταν
δε ήλθε η στιγμή να τελειώσει την επίγεια ζωή της, άγγελος Κυρίου
της το έκανε γνωστό τρείς μέρες πρίν. Η χαρά της Θεοτόκου υπήρξε
μεγάλη, διότι θα συναντούσε το μονογενή της Υιό και Θεό όλων
των ανθρώπων. Πήγε, λοιπόν, και προσευχήθηκε στο όρος των Ελαιών,
όπου συνήθιζε να προσεύχεται και ο Κύριος Ιησούς. Έπειτα, γύρισε
στο σπίτι του Ιωάννη, όπου έκανε γνωστή την επικείμενη κοίμησή
της. Η παράδοση αναφέρει ότι την τρίτη ημέρα απο την εμφάνιση
του αγγέλου, λίγο πρίν κοιμηθεί η Θεοτόκος, οι Απόστολοι δεν
ήταν όλοι στα Ιεροσόλυμα, αλλά σε μακρινούς τόπους όπου κήρυτταν
το Ευαγγέλιο. Τότε, ξαφνικά νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε
όλους μπροστά στο κρεβάτι, όπου ήταν ξαπλωμένη η Θεοτόκος και
περίμενε την κοίμησή της. Όταν εκοιμήθη, με ψαλμούς και ύμνους
την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανή. Μετά τρείς ημέρες,
άνοιξαν τον τάφο και έκπληκτοι διαπίστωσαν ότι η Παναγία αναστήθηκε
σωματικά και ανελήφθη στους ουρανούς. Και βέβαια, όλη η ανθρωπότητα,
με ευγνωμοσύνη για τις πρεσβείες της στο Σωτήρα Χριστό, αναφωνεί:
"Χαίρε, ώ Μήτερ της ζωής".