Ο
πατέρας του Κλήμη ήταν ειδωλολάτρης. Πέθανε όμως νωρίς και η
ανατροφή του Κλήμη έγινε με όλη τη χριστιανική επιμέλεια, από
την ευσεβέστατη μητέρα του. Όταν μεγάλωσε, η παιδεία του, η
φιλανθρωπεία του, και οι άλλες φημισμένες αρετές του τον ανέδειξαν
επίσκοπο της πατρίδας του Αγκύρας. Το μεγάλο αξίωμα δεν τον
έκανε να πέσει στη μεγάλη παγίδα της αλαζονείας. Αντίθετα, ανέπτυξε
περισσότερο την ενεργητικότητά του, γιά να ανταποκριθεί στις
πνευματικές και υλικές ανάγκες του ποιμνίου του. Εκείνο, όμως
που πρέπει να προσέξουμε ιδιαίτερα στον επίσκοπο Κλήμη, είναι
ότι φρόντιζε πατρικά για τα ορφανά και τους φτωχούς. Παρηγορούσε
τους πάσχοντες, με ιδιαίτερη προσοχή έπαιρνε στην Εκκλησία παιδία
εγκαταλελειμμένα και έκθετα, φροντίζοντας όχι μόνο για τη συντήρησή
τους, αλλά και για την κατήχηση και βάπτισή τους. Όλα αυτά μας
δίνουν το δικαίωμα να πούμε ότι η πίστη του ήταν ζωντανή, με
έργα. Διότι, "η πίστις, εάν μη έργα έχη, νεκρά έστι καθ΄εαυτήν".
Η πίστη, δηλαδή, αν δεν έχει σαν καρπό έργα αρετής, είναι από
τη ρίζα της νεκρή. Ο Θεός όμως θέλησε να δοκιμάσει τον Κλήμη
και από το καμίνι του μαρτυρίου. Επί βασιλείας Διοκλητιανού,
λοιπόν, βασανίζεται φρικτά και τα υπομένει όλα καρτερικότατα,
μέχρι που τον αποκεφαλίζουν, επισφραγίζοντας, έτσι, με το μαρτύριο
τη μεγάλη και ζωντανή του πίστη.