Ζούσε
στην Αντιόχεια και ανήκε στην τάξη τών ελαφρών γυναικών. Ήταν
πόρνη. Η ζωή της ήταν βουτηγμένη μέσα στον οίστρο τών αμαρτωλών
ηδονών. Η ακολασία είχε πωρώσει τόσο τη συνείδησή της, ώστε
καμμιά έννοια μετανοίας να μη μπορεί να εισχωρήσει στην ψυχή
της. Επομένως, θα μπορούσε να πεί κανείς, ήταν καταδικασμένη
από την επίγεια ζωή της στο πύρ της κολάσεως. Όμως όχι! Ο πολυεύσπλαχνος
Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι "οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν
υμάς εις την βασιλείαν του Θεού". Δηλαδή, οι τελώνες και οι
πόρνες, που στην αρχή έδειξαν απείθεια στο Νόμο του Θεού, αλλά
κατόπιν ειλικρινά μετάνοιωσαν, προλαμβάνουν στη βασιλεία του
Θεού εσάς, που μόνο με τα λόγια δείατε υπακοή στο Θεό, στην
πράξη όμως υπήρξατε απειθείς και άπιστοι. Πράγματι η Πελαγία
τυχαία σε κάποια σύναξη χριστιανών άκουσε θερμό κήρυγμα περί
αγνότητος, του επισκόπου Νόννου. Τα λόγια του ήλεγξαν και συγκλόνισαν
την ψυχή της. Με τη χάρη του Θεού, απαρνήθηκε την άσωτη ζωή
της, πούλησε τα διάφορα κοσμήματά της και τα χρήματα διαμοίρασε
στους φτωχούς. Αφού κατηχήθηκε και βαπτίσθηκε, μετά οκτώ μέρες
πήγε στην Ιερουσαλήμ, όπου με σκληρή άσκηση πέρασε την υπόλοιπη
ζωή της.