«Αύτη
ήν πλήρης αγαθών έργων και ελεημοσυνών, ών εποίει». Έτσι πλέκει
το εγκώμιο της αγίας Ταβιθά ο ευαγγελιστής Λουκάς. Η λέξη
Ταβιθά είναι συριακή και ερμηνεύεται Δορκάς. Το όνομα αυτό
έφερε η ευσεβεστάτη αυτή και φιλάνθρωπη χριστιανή, που κατοικούσε
στην Ιόππη. Από τις Πράξεις τών Αποστόλων πληροφορούμαστε
ότι η Δορκάς, ήταν εξειδικευμένη υφάντρια που κατασκεύαζε
χιτώνες και ιμάτια, τα οποία πωλούσε και από τα έσοδα συντηρούσε
φτωχούς, χήρες και ορφανά. Όταν ο απόστολος Πέτρος, στα πλαίσια
της διάδοσης του Ευαγγελίου, έφτασε στη Λύδδα της Παλαιστίνης,
συνέβη ν΄ ασθενήσει η Δορκάς και να πεθάνει. Και ενώ είχαν
ετοιμαστεί όλα για την κηδεία της, έγινε γνωστό ότι ο Πέτρος
ήταν στη Λύδδα. Τότε δύο απεσταλμένοι, παρακάλεσαν τον Πέτρο
να έλθει στην Ιόππη. Όταν έφτασε, τον ανέβασαν στο υπερώο,
όπου ήταν νεκρή η Δορκάς. Συγκινημένος ο Πέτρος, χωρίς να
πεί τίποτα, έβγαλε όλους έξω, γονάτησε και προσευχήθηκε θερμά.
Έπειτα είπε: «Ταβιθά ανάστηθι». Και πράγματι η νεκρή αναστήθηκε!
Αυτό χαροποίησε αφάνταστα τους παρευρισκόμενους, και το γεγονός
διαδόθηκε σ΄ όλη την Ιόππη με αποτέλεσμα να πιστέψουν πολλοί
στον Χριστό. Από τότε η Ταβιθά έζησε αρκετά χρόνια, γεμάτα
αγαθά έργα και ελεημοσύνες. Ο θάνατος τη βρήκε γεράματα. Και
έτσι η φιλάγαθη αυτή γυναίκα, έφυγε ειρηνικά και με αγαλλίαση
διότι την αξίωσε ο Θεός να περάσει τη ζωή της ωφέλημα γεμάτη
πνευματικούς καρπούς.
|